Η καταπολέμηση της διανοητικής ένδειας

(Ποιος κατέχει και ελέγχει τις κοινωνίες της πληροφορίας;)

Georg C.F. Greve - Αμβούργο, 3&4 Νοεμβρίου 2003

Η WSIS είναι η Παγκόσμια Σύνοδος Κορυφής για την Κοινωνία της Πληροφορίας, και θα πρέπει να θέσει τις βάσεις για εκείνο που μερικοί αποκαλούν Κοινωνίες της Πληροφορίας, ενώ άλλοι προτιμούν να μιλούν για Κοινωνίες της Γνώσης.

Η συζήτηση γύρω από τις Κοινωνίες της Πληροφορίας ή τις Κοινωνίες της Γνώσης θα πρέπει να περιλαμβάνει και μία ανάλυση για το ποιος κατέχει την Πληροφορία και τη Γνώση, ποιος ελέγχει το μέσο στο οποίο αυτά τα αγαθά είναι αποθηκευμένα, ρέουν και αναπτύσσονται, αλλά και ποιος ελέγχει τις γλώσσες που χρησιμοποιούμε στο εν λόγω μέσο. Ωστόσο, όλα αυτά τα ζητήματα αντιμετωπίζονται αναποτελεσματικά (Ανοιχτά Πρότυπα), με ασυνέπεια (Ελεύθερο Λογισμικό) ή και καθόλου.

Το θέμα με το οποίο πολλές κυβερνητικές αντιπροσωπείες θα προτιμούσαν να μην ασχοληθούν καθόλου, είναι τα λεγόμενα «δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας» (intellectual property rights, IPR), ένας όρος που καλύπτει κατά κύριο λόγο τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, τα πνευματικά δικαιώματα, τα εμπορικά σήματα, αλλά και τα επιχειρηματικά μοντέλα, τα συστήματα γεωγραφικού εντοπισμού και άλλα πράγματα που οι άνθρωποι επιθυμούν να θεωρούν ως τέτοια.

Όλοι αυτοί είναι πολύ διαφορετικοί και συνήθως άσχετοι τομείς της νομοθεσίας, με πολύ διαφορετικές επιπτώσεις στην οικονομία, στην πολιτική, και στην κοινωνία. Η ανάμειξή τους είναι όχι μόνο αντιπαραγωγική στo πλαίσιo μιας τεκμηριωμένης επιστημονικής αντιπαράθεσης, αλλά και ο όρος ο ίδιος προάγει την αντίληψη ότι οι ιδέες και οι σκέψεις μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ιδιοκτησίας. Σε ένα επιφυλακτικό, όμως, μυαλό, παραμένει ασαφές τι θα μπορούσε να σημαίνει το να κατέχει κανείς μία σκέψη.

Ωστόσο, όλα αυτά έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό.

Τόσο η λειτουργία τους όσο και ο σκοπός τους ο ίδιος είναι να καθιερώσουν περιοριστικά μονοπώλια στον τομέα της πνευματικής δημιουργίας. Για το υπόλοιπο έγγραφο, «τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας» (IPR) θα αναφέρονται, επομένως, με αυτό που πραγματικά είναι και κάνουν, δηλαδή ως «Περιοριστικά Διανοητικά Μονοπώλια» (Limited Intellectual Monopolies, LIMs).

Ποιος ελέγχει αυτό που μας συνδέει όλους;

Ήδη οι πρώτες ζωγραφιές των σπηλαίων και τα πρώτα μουσικά όργανα εμπεριέχουν τη δημιουργικότητα και την ανταλλαγή γνώσεων και ιδεών, συστατικά με τα οποία χτίσαμε τον πολιτισμό, τη φιλία και την κοινωνία. Η δημιουργικότητα και η ανταλλαγή γνώσεων, καθώς και οτιδήποτε άλλο μας εμπνέει, είναι θεμελιώδη στοιχεία που μας χαρακτηρίζουν ως ανθρώπινα όντα.

Το 397 μΧ, ο Άγιος Αυγουστίνος έγραψε σχετικά: "Omnis enim res, quae Dando non deficit, dum habetur et μη datur, nondum habetur, quomodo habenda est" («Διότι αν ένα πράγμα δεν μειώνει την αξία του με το να μοιράζεται με τους άλλους, τότε δεν είναι σωστό να ανήκει σε κάποιον, αν πράγματι κάποιος το κατέχει και δεν το μοιράζεται»).

Όταν ο Gutenberg εφηύρε την τυπογραφία το 1476, μια χιλιετία μετά τα γραπτά του Αγίου Αυγουστίνου, η προσπάθεια της ανταλλαγής γνώσεων μειώθηκε κατά αρκετές τάξεις μεγέθους, αλλά τα δίκτυα διανομής απαιτούσαν δαπανηρές επενδύσεις από την πλευρά εκείνων που κάνουν τη διανομή. Για την προστασία τους επινοήσαμε το περιοριστικό πνευματικό μονοπώλιο του Copyright για το καλό της κοινωνίας.

Τώρα, περίπου μισή χιλιετία αργότερα, η ψηφιοποίηση και κυρίως το Διαδίκτυο έχουν κάνει το διαμοιρασμό της γνώσης να είναι εφικτός με την ταχύτητα του φωτός, ουσιαστικά χωρίς κόστος και με πολύ μικρές επενδύσεις εκ μέρους των εκδοτών. Κάθε πρόσωπο που έχει στην κατοχή του έναν υπολογιστή, έχει μία τέλεια συσκευή (ανα)παραγωγής και είναι, εκ των πραγμάτων, ένας εκδότης.

Ο τρόπος με τον οποίο παράγουμε γνώση είναι να μπορεί στηριχθεί ο καθένας πάνω σε κάποιον άλλον και όλοι μαζί πάνω σε εκείνους που έζησαν πριν από εμάς. Κανείς δεν μπορεί να σταθεί μόνος του και στηριζόμαστε όλοι πάνω στους ώμους γιγάντων. Η δεξαμενή από την οποία αντλούμε για την πολιτισμική ανάπτυξη της ανθρωπότητας και ο δεσμός που μας κρατάει όλους συνδεδεμένους μαζί σε μία κοινωνία, είναι η δημόσια διαθεσιμότητα της γνώσης.

Αυτός ο πολύτιμος πόρος εξαντλείται με την ιδιωτικοποίηση και την επέκταση των Περιοριστικών Πνευματικών Μονοπωλίων, όπως είναι οι πατέντες, τα copyright και τα εμπορικά σήματα. Αυτά έχουν γίνει καθαρά εμπορεύσιμα αγαθά, που αγοράζονται με ελάχιστο κόστος από τους διανοητικά δημιουργικούς συνανθρώπους μας για να πωληθούν στη μέγιστη τιμή σε όσους από εμάς προσπαθούμε να μεταδώσουμε τις ιδέες.

Επινοήθηκαν με σκοπό να ωφελήσουν την κοινωνία, αλλά συχνά αποβαίνουν σε βάρος της σημερινής κοινωνίας. Χρησιμοποιώντας τα λόγια της Louise Szente από τη Νότια Αφρική: «Θλιβερή είναι η ζωή του σύγχρονου φοιτητή που ζει σήμερα στη 'σκοτεινότερη Αφρική', προφανώς διότι εξακολουθούν να μας κρατούν στις σκλαβογειτονιές του κόσμου. Σκληρά λόγια; Φίλοι μου, δοκιμάστε να ζήσετε σε μια κοινωνία όπου τέτοιοι Νόμοι, όπως ο Νόμος περί πνευματικής ιδιοκτησίας του κόσμου, εμποδίζουν την πρόοδο σας στη ζωή.»

Τα Περιοριστικά Πνευματικά Μονοπώλια, από τα οποία τα Πνευματικά Δικαιώματα είναι τα πιο γνωστά, είναι ισχυρά εργαλεία και, ως τέτοια, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με μεγάλη προσοχή. Καθώς επινοήθηκαν για μία διαφορετική εποχή, με διαφορετικές ανάγκες και ερωτήματα που πρέπει να αντιμετωπισθούν, οι Κοινωνίες της Πληροφορίας θα χρειαστούν μια νέα μορφή ισορροπίας.

Προβάλλοντας την απλοϊκή αντίληψη ότι περισσότερα μονοπώλια σημαίνουν πάντα περισσότερη δημιουργικότητα, που εμπεριέχεται σε φράσεις όπως: «η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας είναι ουσιαστική για την ενθάρρυνση της καινοτομίας και της δημιουργικότητας στην Κοινωνία της Πληροφορίας". (38, 24 Οκτώβρη 2003 ανεπίσημο έγγραφο από τον κ. Samassekou), σημαίνει πως αγνοούμε την εμπειρία χιλιετιών ανθρώπινης δημιουργικότητας, όταν δεν υπήρχαν τέτοια μονοπώλια.

Ως εκ τούτου, οι Ομάδες Εργασίας της κοινωνίας των πολιτών για τα Διπλώματα Ευρεσιτεχνίας, τα Εμπορικά Σήματα και τα Πνευματικά Δικαιώματα (PCT), που συμμετέχουν στην Παγκόσμια Σύνοδο Κορυφής για την Κοινωνία της Πληροφορίας (WSIS), εργάστηκαν σκληρά για να καταλήξουν σε μια πιο ουδέτερη διατύπωση της τελικής δήλωσης, όπως: «Η επίτευξη ισορροπίας ανάμεσα στα περιορισμένα μονοπώλια πληροφορίας, αφενός, και τη χρήση και διάδοση της γνώσης, από την άλλη, είναι ουσιαστικής σημασίας για την Κοινωνία της Πληροφορίας».

Αντ' αυτού, βλέπουμε δηλώσεις όπως: «Η ισορροπία αυτή αντικατοπτρίζεται στην προστασία και την ευελιξία που περιλαμβάνεται στις υφιστάμενες συμφωνίες περί πνευματικής ιδιοκτησίας, και πρέπει να διατηρηθεί." (38, 24 Οκτώβρη 2003 ανεπίσημο έγγραφο από τον κ. Samassekou) στη δήλωση αρχών. Μια δήλωση που προωθεί την άποψη ότι η σημερινή κατάσταση, με το σφετερισμό της αυτόχθονης γνώσης, το ψηφιακό χάσμα και τον πολιτιστικό λιμό, είναι ήδη δίκαιη και ισορροπημένη.

Τα κεντρικά θέματα της ομάδας εργασίας PCT και άλλων LIM είναι: “Σε ποιον ανήκουν οι Κοινωνίες της Πληροφορίας και η διανοητική δεξαμενή από την οποία όλοι μας εξαρτώμαστε;

Ποιος ελέγχει τις πολιτιστικές τεχνικές μας;

Το άλλο θέμα με το οποίο ασχολείται η ομάδα εργασίας PCT, είναι εκείνο του λογισμικού και των ανοικτών προτύπων. Η πρόσβαση στο λογισμικό καθορίζει τις πιθανότητές μας για εκπαίδευση, επικοινωνία, και εργασία. Όπως η γεωργική καλλιέργεια ήταν η πολιτισμική τεχνική της αγροτικής κοινωνίας, έτσι το λογισμικό είναι η πολιτισμική τεχνική των Κοινωνιών της Πληροφορίας.

Δεν έχουμε την πολυτέλεια να εναποθέτουμε σε μειοψηφίες τον έλεγχο των βασικών μας τεχνικών για πολιτισμική καλλιέργεια. Αυτός είναι και ο λόγος που η ομάδα PCT εργάστηκε σκληρά για να προωθήσει το Ελεύθερο Λογισμικό, που δίνει σε όλους την ελευθερία να χρησιμοποιούν, να μελετούν, να τροποποιούν και να αντιγράφουν το λογισμικό, για να μπορούν να συμμετέχουν, να μαθαίνουν και να το μοιράζονται, ως ενεργά μέλη της Κοινωνίας της Πληροφορίας.

Η πιο προβληματική αντίληψη στο θέμα αυτό, ήταν εκείνη περί «τεχνολογικής ουδετερότητας» και «ελευθερίας επιλογής». Αυτές οι δύο είναι πολύ λογικές αρχές, που και εμείς υποστηρίζουμε, αλλά χρησιμοποιούνται για ένα συγκεχυμένο θέμα, υπονοώντας ότι η επιλογή μεταξύ ιδιοκτησιακού και Ελεύθερου Λογισμικού είναι μία καθαρά τεχνική επιλογή που έχουμε να κάνουμε. Επίσης υπονοούν ότι μια επιλογή υπέρ του Ελεύθερου Λογισμικού θα απέκλειε αδίκως τα υπόλοιπα.

Πράγματι, το Ελεύθερο Λογισμικό δεν λειτουργεί καλά για όσους επιδιώκουν να ασκήσουν έλεγχο πάνω σε άλλους ανθρώπους, με σαφή πρόθεση να εκμεταλλευιύν τον έλεγχο αυτό προς περαιτέρω ενίσχυση της οικονομικής, κοινωνικής ή και της πολιτικής εξουσίας τους. Το Ελεύθερο Λογισμικό απαγορεύει τη μονοπώληση του ελέγχου επί των βασικών πολιτιστικών μας τεχνικών για τις Κοινωνίες της Πληροφορίας.

Με δεδομένη μια ισχυρή δήλωση υπέρ του Ελεύθερου Λογισμικού, αυτές οι ιδιότητες θα συνεισέφεραν τα μέγιστα για να καταστούν οι Κοινωνίες της Πληροφορίας πιο δίκαιες, χωρίς διακρίσεις, χωρίς αποκλεισμούς και εξίσου διαθέσιμες σε όλους.

Ποιος ελέγχει τις γλώσσες μας;

Κατά την επικοινωνία με τους άλλους, είναι σημαντικό να μιλάμε την ίδια γλώσσα. Το αντίστοιχο των γλωσσών, στις Κοινωνίες της Πληροφορίας, είναι τα πρότυπα που χρησιμοποιούμε για την αποθήκευση και μετάδοση δεδομένων. Η χρήση ιδιοκτησιακών προτύπων σημαίνει την ανάθεση του ελέγχου των γλωσσών που χρησιμοποιούμε σε ένα μόνο προμηθευτή, αφήνοντας άφωνους όλους εκείνους που δεν μπορούν να συνεργαστούν μαζί του.

Επίσης, όταν αλλάζουμε προμηθευτές λογισμικού, ή ακόμη και κατά την αναβάθμιση με τον ίδιο προμηθευτή (συχνά, μετά από πίεση που ο προμηθευτής μάς άσκησε για να αναβαθμίσουμε), μπορεί να μείνουμε άφωνοι όταν προσπαθήσουμε να επικοινωνήσουμε με τα παλιά μας αρχεία: όταν δεν θα μπορούμε να διαβάσουμε τα παλιά αρχεία που γράψαμε με άλλες εφαρμογές ή παλαιότερες εκδόσεις της ίδιας εφαρμογής που χρησιμοποιούμε.

Ο μόνος τρόπος για την επίλυση αυτών των προβλημάτων είναι τα Ανοιχτά Πρότυπα, τα οποία καθιστούν την γλώσσα των Κοινωνιών της Πληροφορίας διαφανή και εξίσου διαθέσιμη σε όλους. Συνεπώς, η σημασία της τυποποίησης είναι ευρέως αναγνωρισμένη από όλους τους συμμετέχοντες στην WSIS, π.χ. «Η τυποποίηση αποτελεί ένα από τα βασικά δομικά στοιχεία της Κοινωνίας της Πληροφορίας.» (40, 24/10/2003, ανεπίσημο έγγραφο από τον κο. Samassekou).

Δυστυχώς, δεν βρέθηκε καμία διατύπωση μέσα στα έγγραφα της WSIS, μέχρι σήμερα, που να εξασφαλίζει τη χρήση των Ανοικτών Προτύπων, επειδή ένα πρότυπο μπορεί να θεωρείται ανοικτό μόνο αν είναι ελεύθερα υλοποιήσιμο και δημόσια τεκμηριωμένο.

Επομένως, η ομάδα εργασίας PCT πιέζει σκληρά ως και σήμερα, για να συμπεριληφθούν αυτές οι διατυπώσεις και να εξασφαλίσει ότι οι γλώσσες των Κοινωνιών της Πληροφορίας θα είναι διαθέσιμες σε όλους εμάς.

Γράφτηκε για την WSIS, από το Ίδρυμα Boell, στη Γερμανία